Τα προέχοντα ή αφεστώτα ώτα, κοινώς τα πεταχτά αυτιά, είναι η πιο συχνή ανωμαλία στην περιοχή του προσώπου. Δύο είναι οι πιο συχνές αιτίες της δυσμορφίας αυτής: η δυσανάλογη ανάπτυξη της κόγχης και η υποπλασία της ενθέλικας, βασικών στοιχείων της ανατομίας του πτερυγίου.
Όταν αρχίζει το σχολείο, η παιδική αυστηρότητα και η τάση των παιδιών να επισημαίνουν και να κοροϊδεύουν το διαφορετικό στην εμφάνιση, φέρνει τα παιδιά με «πεταχτά» αυτιά σε ευάλωτη θέση. Για το λόγο αυτό, συστήνεται να γίνεται η διόρθωσή τους στην ηλικία αυτή, οπότε και προστατεύεται το παιδί από την «κακομεταχείριση» των συνομήλικων του, αλλά και εξασφαλίζεται μονιμότητα στο αποτέλεσμα, αφού τα αυτιά ολοκληρώνουν την ανάπτυξη τους γύρω στα 4 με 5 έτη ηλικίας του παιδιού.
Ένα σημείο στην αντιμετώπιση των αφεστώτων ώτων, που δεν είναι ευρέως γνωστό, είναι ότι σε πολύ μικρή ηλικία (ημερών ή εβδομάδων από τη γέννηση) μπορούν να διορθωθούν με ασφάλεια και καλή αποτελεσματικότητα, με απλά μέσα και νάρθηκες, χωρίς ανάγκη χειρουργείου. Ο χρόνος εφαρμογής αυτών των μέσων είναι κρίσιμος, γιατί ο χόνδρος παραμένει μαλακός και εύπλαστος μόνο για λίγες εβδομάδες μετά τη γέννηση, οπότε θα πρέπει να ζητηθεί η συμβουλή του ειδικού πολύ- πολύ νωρίς. Πολλές τεχνικές έχουν περιγραφεί για τη διόρθωση της δυσμορφίας.
Με την εφαρμογή γνώσεων μηχανικής, καθώς και με την καλύτερη κατανόηση των ιδιοτήτων του χόνδρου του ωτός και της συμπεριφοράς του ως «έλασμα», εφαρμόζονται τεχνικές έτσι ώστε να τροποποιηθούν οι ιδιότητες του χόνδρου και να επιτευχθεί αλλά και να διατηρηθεί η επιθυμητή διόρθωση.
Ο στόχος είναι να έρθει το πτερύγιο του ωτός στη φυσιολογική, ανατομική του θέση, σε μια γωνία 25-30ο με το κρανίο.
Η τομή τοποθετείται στο πίσω μέρος του πτερυγίου και έτσι παραμένει αόρατη. Ο χόνδρος διαμορφώνεται στην επιθυμητή μορφή και για παγίωση του αποτελέσματος συγκρατείται με ράμματα. Με το τέλος της επέμβασης το αυτί πρέπει να είναι πλήρως διορθωμένο σε σχήμα. Τα ράμματα στο δέρμα κλείνουν το τραύμα και δεν έχουν κανένα απολύτως ρόλο στη διαμόρφωση του σχήματος, ούτε φυσικά οι επίδεσμοι που τοποθετούνται για να προστατεύεται το τραύμα, μέχρις ότου ωριμάσει και είναι ανθεκτικό.
Η επέμβαση για τον ενήλικο, συνεργάσιμο, ασθενή γίνεται με τοπική αναισθησία
Ανάλογα, όμως, με τον ασθενή και την προτίμηση του χειρουργού μπορεί να επιλεγεί η «μέθη» ή και η γενική αναισθησία , ειδικά στην περίπτωση μικρών φοβισμένων παιδιών. Σε κάθε περίπτωση, ο ασθενής μετά από λίγες ώρες επιστρέφει στο σπίτι. Μετεγχειρητικά λαμβάνει αντιβιοτικά για μερικές ημέρες και προστατεύει το τραύμα με επιδέσμους ή κορδέλες (ειδικά στον ύπνο) για μερικές εβδομάδες. Η επέμβαση είναι σχεδόν ΑΝΩΔΥΝΗ. Πόνος ή αίσθημα σφυγμού στο πτερύγιο, πρέπει να ελέγχεται από το χειρουργό. Αν και οι επιπλοκές είναι σπάνιες, είναι καλό να τις γνωρίζουμε: το αιμάτωμα, η φλεγμονή και η διάσπαση του τραύματος είναι πιθανές επιπλοκές από το χειρουργικό τραύμα.
Οποιοδήποτε πρόβλημα πρέπει να αναφέρεται αμέσως στο χειρουργό και να αντιμετωπίζεται καταλλήλως, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των ιστών του χόνδρου και βέβαια να διατηρηθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα στη διαμόρφωση των πτερυγίων.
Κείμενο: Αγλαϊα Μανουσάκη / Πλαστικός Χειρουργός