Από την πρώτη επιτυχή έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης και τη γέννηση του πρώτου υγιούς μωρού, της Luisa Brown (1978), έχουν γίνει τεράστια βήματα, με σκοπό τη θεραπεία της ανδρικής και γυναικείας υπογονιμότητας.
Σύμφωνα με διάφορες επιδημιολογικές μελέτες και εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, περίπου το 8-12% των ζευγαριών που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία αντιμετωπίζει κάποιας μορφής δυσκολία στην προσπάθειά του να αποκτήσει απογόνους.
Παγκοσμίως, υπολογίζεται ότι υπάρχουν 50 – 80 εκατομμύρια υπογόνιμα ζευγάρια, στα οποία προστίθενται περίπου 2 εκατομμύρια νέα ζευγάρια ετησίως, με τάση για αύξηση. Σημειωτέον ότι ο καρκίνος προσβάλλει περίπου 6 εκατομμύρια άτομα ετησίως και η ελονοσία περίπου 100 εκατομμύρια: επομένως, η υπογονιμότητα, χωρίς να αποτελεί μείζονα διαταραχή της υγείας, δεν είναι διόλου αμελητέα, σε παγκόσμια κλίμακα.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν ακόμη πλήρεις επιδημιολογικές μελέτες της υπογονιμότητας, αλλά εκτιμάται ότι περίπου 300.000 ζευγάρια δυσκολεύονται να αποκτήσουν παιδιά.
Ο κ. Κωνσταντίνος Σφακιανούδης τ.επιμελητής στα τμήματα Ανθρώπινης Υπογονιμότητας των Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων Βρυξελλών CHU St.Pierre και IXELLES μας λέει σχετικά:
Ποια είναι τα νεώτερα δεδομένα στην εξωσωματική γονιμοποίηση;
Σχετικά πρόσφατα νέα θεραπευτικά πρωτόκολλα έχουν βρει εφαρμογή τα οποία καθιστούν την εξωσωματική γονιμοποίηση προσιτή σε όλες τις γυναίκες, ακόμα και σε εκείνες που έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία στη χρήση ενέσεων. Γνωρίζατε ότι μπορεί πλέον να πραγματοποιηθεί προσπάθεια εξωσωματικής με χρήση MONO τριών υποδορίων ενέσεων? Από τις αρχές του χρόνου έχει κυκλοφορήσει ανασυνδυασμένη γοναδοτροπίνη, η οποία αντικαθιστά ολόκληρη εβδομάδα ενέσεων και η οποία στις μισές περίπου περιπτώσεις δε χρειάζεται περαιτέρω αγωγή.
Κατά καιρούς έχουν ειπωθεί διάφορα σχετικά με τα σύγχρονα φάρμακα της εξωσωματικής. Μερικοί τα συνδέουν με πιθανότητες ανάπτυξης νεοπλασμάτων. Τελικά τι ισχύει;
Τεράστιες μελέτες οι οποίες διενεργήθηκαν σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία και οι οποίες αναζήτησαν τις επιπτώσεις των φαρμάκων σε εκατοντάδες χιλιάδες ασθενών απέτυχαν να αναδείξουν οποιαδήποτε συσχέτιση με κακοήθεια. Αντίθετα ορισμένες από αυτές κατέληξαν στο ήδη γνωστό συμπέρασμα ότι η χρόνια υπογονιμότητα κατατάσσει τις ασθενείς σε μία κατηγορία υψηλότερου κινδύνου σε σχέση με το γενικό πληθυσμό και ότι η θεραπεία περιόριζε το σχετικό κίνδυνο (A.Venn et all Τhe Lancet, Vol 354, Nov 6,1999).
Ωστόσο οι πιθανότητες αποβολής παραμένουν;
Δε θα το έλεγα. Η εμβρυομεταφορά στο στάδιο της βλαστοκύστης, δηλαδή στο στάδιο της πέμπτης ή έκτης ημέρας ανάπτυξης, μειώνει τις πιθανότητες αποβολής και εξωμητρίου κυήσεως. Έχουμε συγκεκριμένες μελέτες που το αποδεικνύουν και πρόσφατα στο εύρημα αυτό ανταποκρίθηκε θετικά και μία ακόμη αυστραλέζικη μελέτη.
Τι καινούργιο έχουμε σχετικά με την ελαχιστοποίηση αποτυχιών στις αποβολές;
Υπάρχει πλέον η δυνατότητα ελέγχου όλων των χρωμοσωμάτων με τη μέθοδο Array – CGH του εμβρύου προς μεταφορά. Με τον τρόπο αυτό είμαστε σε θέση να δώσουμε απάντηση σε ζευγάρια τα οποία υποφέρουν από καθ’ έξιν αποβολές ή επανειλημμένες αποτυχίες εμφύτευσης, περιπτώσεις στις οποίες κατά μείζονα λόγο, ευθύνεται το γενετικό υλικό του εμβρύου. Ταυτόχρονα, με την ίδια τεχνική, αυτή δηλαδή της προεμφυτευτικής διάγνωσης, είμαστε σε θέση να αποκλείσουμε σπάνια γενετικά νοσήματα όπως η κυστική ίνωση, η νωτιαία μυϊκή ατροφία και άλλες μεταβολικές παθήσεις. Η τεχνική αυτή έχει επιτρέψει τη δημιουργία “εμβρύων-σωτήρων” για αδέλφια με σπάνια γενετικά νοσήματα όπως η β-μεσογειακή αναιμία τα οποία μετά τη γέννησή τους θα δώσουν κύτταρα συμβατά προς μεταμόσχευση και θεραπεία στα πάσχοντα αδελφάκια τους.
Ήδη δεκάδες τέτοια παιδιά έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα και έχουν λυτρώσει με τα βλαστοκύτταρά τους τα αδέλφια τους και τις οικογένειες τους. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να γνωρίζετε ότι σε λίγα χρόνια θα είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε ποιο έμβρυο είναι ικανό προς εμφύτευση με την τεχνική της προεμφυτευτικής διάγνωσης και την ταυτοποίηση του γενετικού αποτυπώματος του εμβρύου. Ήδη ομάδα ελλήνων επιστημόνων, στην οποία έχω την τιμή να συμμετέχω στο Γένεσις Αθηνών, πήρε γενετικό υλικό από βλαστοκύστες πριν εμφυτευτούν στη μήτρα και διασταύρωσε αυτό με το γενετικό υλικό του μωρού που γεννήθηκε με σκοπό να αναγνωριστούν τα πιθανά γονίδια που βοήθησαν στην εμφύτευσή του (Jones et al. Hum Reprod. 2008 Aug;23(8):1748-59). Αυτή η ιδιαίτερα πρωτοπόρος ανακάλυψη ανοίγει καινούριους δρόμους στην αναγνώριση των ικανών εμβρύων προς μεταφορά.
Τι άλλο μας επιφυλάσσει η επιστήμη σχετικά με την τεχνητή γονιμοποίηση;
Γάλλοι επιστήμονες έχουν καταφέρει να παράξουν σπερματοζωάρια σε ποντίκια τα οποία γεννήθηκαν αζωοσπερμικά, δηλαδή χωρίς δυνατότητα παραγωγής σπερματοζωαρίων. Από τα παραγόμενα σπερματοζωάρια προέκυψαν εγκυμοσύνες οι οποίες όμως δυστυχώς δεν τελεσφόρησαν. Η ανακάλυψη όμως αυτή ανοίγει δρόμους για παραγωγή γεννητικών κυττάρων σε μερικά χρόνια (ωαρίων και σπερματοζωαρίων) είτε σε αζωοσπερμικούς άνδρες είτε σε γυναίκες προχωρημένης ηλικίας. Όλες οι ανακαλύψεις αυτές καθώς και άλλες που έπονται ανοίγουν νέους δρόμους στην εξωσωματική γονιμοποίηση και στη θεραπεία προβλημάτων δυσεπίλυτων όπως οι καθ’ έξιν αποβολές, η αζωοσπερμία και η ωοθηκική ανεπάρκεια δίνοντας κουράγιο σε ζευγάρια που αγωνίζονται για χρόνια να κατακτήσουν το όνειρο της απόκτησης ενός υγιούς παιδιού.
Ο Κωνσταντίνος Σφακιανούδης είναι: Μαιευτήρας – γυναικολόγος, τ. επιμελητής στα τμήματα Ανθρώπινης Υπογονιμότητας των Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων Βρυξελλών CHU St.Pierre και IXELLES, Ειδικευθείς στην ανδρολογία και στην ενδοσκοπική χειρουργική (λαπαροσκόπηση-υστεροσκόπηση)