Κι όμως, υπάρχει τρόπος να προλάβουμε και να αντιμετωπίσουμε την παχυσαρκία: ο υγιεινός τρόπος ζωής που θα υιοθετήσουμε μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και να αλλάξει την ψυχολογία μας, μια για πάντα!
Κείμενο: Ανδριάνα Διβάκη
Διαστάσεις επιδημίας έχει πάρει η παχυσαρκία τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το 22,5% των Ελλήνων είναι παχύσαρκοι. Την ίδια στιγμή, έρευνες δείχνουν ότι το σύνολο των παιδιών στις ΗΠΑ θα αντιμετωπίζουν πρόβλημα το 2030. Μπροστά σε μια τέτοια δυσοίωνη πραγματικότητα, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανακηρύξει την περίοδο 2006-2011 «5ετία κατά της παχυσαρκίας» και έχει ξεκινήσει μια σειρά από δράσεις, με σκοπό την ενημέρωση του κοινού. Πότε, όμως, κάνουμε λόγο για παχυσαρκία; Αν προσπαθούσαμε να μιλήσουμε για το θέμα με όρους τέχνης, θα αναφερόμασταν στις υπέροχες χυμώδεις γυναίκες που ζωγράφιζε ο Μοντιλιάνι. Το βλέμμα μας θα στεκόταν στα εξίσου ερωτικά και ευτραφή μοντέλα του Ρενουάρ. Όλες τους έχουν παραπάνω κιλά. Όμως, ποιες από αυτές είναι παχύσαρκες και ποιες υπέρβαρες;
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), παχυσαρκία ορίζεται ως η μη φυσιολογική ή υπερβολική συσσώρευση λίπους στο λιπώδη ιστό, σε τέτοιο σημείο που να αποτελεί κίνδυνο για την υγεία μας. Ο πιο διαδεδομένος τρόπος μέτρησης είναι ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΣΜΣ, βάρος του σώματος σε κιλά διαιρούμενο με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα). Αν ο τελευταίος είναι ≥ 30, τότε ο ασθενής είναι παχύσαρκος. Εφόσον η σχέση είναι ≥25, τότε είναι υπέρβαρος.
Γιατί να την προλάβετε
Η παθογένεια της παχυσαρκίας εξακολουθεί να είναι άγνωστη, αλλά η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο, όπως και οι οργανικοί και ψυχολογικοί παράγοντες. Η παχυσαρκία συνδέεται με μια σειρά από ασθένειες, όπως ο διαβήτης, η υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία, οι παθήσεις του ήπατος. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι οι παχύσαρκοι έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρκίνο του μαστού, του ενδομητρίου, του παχέος εντέρου. Η εναπόθεση λίπους ενδοκοιλιακά (ανδρογενής παχυσαρκία), θεωρείται ότι εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους ανάπτυξης επιπλοκών. Γι’ αυτό γίνεται και μέτρηση της περιφέρειας της μέσης, μέτρηση της σύστασης κ.ά.
Ο ρόλος της διατροφής
Η διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Οι ασθενείς καλούνται να υιοθετήσουν ένα υγιεινό διαιτολόγιο, χαμηλό σε λιπαρά, ώστε να έχουν τον έλεγχο του βάρους τους. Η παρακολούθηση από γιατρό, που θα τους συστήσει πρόγραμμα κατάλληλο και προσαρμοσμένο στις ανάγκες τους, είναι σημαντική.
Ειδικότερα, οι δίαιτες που αναφέρει ο ΠΟΥ είναι οι εξής:
Εξατομικευμένη υποθερμιδική δίαιτα
Ο ειδικός υπολογίζει τις ενεργειακές ανάγκες του ασθενή με βάση το βάρος και την ηλικία και όχι την ποσότητα που κατανάλωνε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Στη συνέχεια μειώνει την ημερήσια κατανάλωση κατά 500-600 θερμίδες, ώστε κάποιος να μη νιώθει στέρηση. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα οδηγεί σε μεγάλη απώλεια βάρους μακροπρόθεσμα. Το διαιτητικό πρόγραμμα έχει την ακόλουθη σύσταση: 20-30% ενέργεια με μορφή λίπους, 15% πρωτεΐνες και 55-60% σύνθετους υδατάνθρακες.
Δίαιτες χαμηλές σε λιπαρά
Ο ασθενής μειώνει την πρόσληψη λιπαρών και αυξάνει την κατανάλωση υδατανθράκων. Το πλεονέκτημα της συγκεκριμένης δίαιτας είναι ότι, με την μείωση λιπαρών, προφυλάσσεται από τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιοαγγειακών παθήσεων. Ωστόσο, μελέτες δείχνουν ότι τα αποτελέσματα της δίαιτας αυτής δεν είναι σημαντικά, αφού η απώλεια βάρους δεν είναι μεγάλη. Αντίθετα, έχει διαπιστωθεί ότι τα αποτελέσματα είναι καλύτερα, όταν τα λιπαρά αντικαθίστανται από πρωτεΐνες. Σε αυτή την περίπτωση, η απώλεια κιλών είναι μεγαλύτερη.
Δίαιτες μέτριου/ έντονου ενεργειακού ελλείμματος
Συνήθως, οι διαιτολόγοι συστήνουν ένα διαιτολόγιο που βασίζεται σε ημερήσια πρόσληψη 1000-1200 θερμίδων. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, δεν έχουν όλοι οι ασθενείς τις ίδιες ενεργειακές απαιτήσεις, επομένως το μέγεθος του ενεργειακού ελλείμματος είναι ανάλογο με τις ενεργειακές απαιτήσεις. Σύμφωνα με μελέτες, οι δίαιτες που παρέχουν λιγότερες από 1200 θερμίδες οδηγούν σε απώλεια βάρους έως 15% μέσα σε 10-20 εβδομάδες. Αν οι ασθενείς δεν ακολουθήσουν πρόγραμμα συντήρησης, θα επανακτήσουν τα κιλά που έχασαν.
Δίαιτες πολύ χαμηλών θερμίδων
Οι δίαιτες «πείνας» έχουν, κατά καιρούς, θεωρηθεί επικίνδυνες από ειδικούς. Ναι μεν οδηγούν γρήγορα σε σημαντική απώλεια βάρους, αλλά όσο εύκολα και γρήγορα χάνει κανείς τα περιττά κιλά, άλλο τόσο εύκολα τα επανακτά. Η διατήρηση του αποτελέσματος είναι πολύ δύσκολη, καθώς οι συγκεκριμένες δίαιτες δημιουργούν το αίσθημα στέρησης. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, κάποιος θα πρέπει να τις ακολουθεί μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση. Επιπλέον, οι υποθερμιδικές δίαιτες προκαλούν απώλεια πρωτεϊνών από τους ιστούς. Γι’ αυτό οι εναλλακτικές που προτείνουν οι ειδικοί είναι γεύματα ή ροφήματα εμπλουτισμένα με πρωτεΐνες, μεταλλικά στοιχεία και βιταμίνες.